Τηλεπαρουσιαστής: Να πάτε στο καλό. (Η κυρία Μπαχ αποχωρεί). Η Μαγκνταλένα μετά το θάνατο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ έζησε ακόμα δέκα χρόνια μέσα στη φτώχεια και τη μιζέρια. Σπάνια γυναίκα, είχε αγαπήσει τον σύζυγο της και τις φούγκες του όσο αυτή η υποδειγματική αφοσιωμένη και χαρισματική ύπαρξη. (Ανοίγει το βιβλίο της Μαγκνταλένα Μπαχ και διαβάζει). "Λίγο πριν πεθάνει ο Μπαχ ο εγγονός του, του πρόσφερε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο και αυτός, κοιτάζοντας το με δέος, είπε. "Εκεί όμως που πηγαίνω υπάρχουν πιο όμορφα πράγματα, πιο όμορφα χρώματα, υπάρχει μουσική που ούτε εσύ ούτε εγώ έχουμε ακούσει ποτέ, μουσική που μόνο να ονειρευτούμε μπορούμε και υπάρχει ο ίδιος ο Κύριος", κατόπιν πρόσθεσε, "παίξτε λίγη μουσική για μένα, τραγουδήστε μου κάτι όμορφο για το θάνατο γιατί έφτασε η ώρα τους". Άρχισα τότε να τραγουδάω το χορικό "όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν" που αμέσως με συνόδευσαν και οι υπόλοιποι παρευρισκόμενοι..." Ο Μπαχ, αν και ήταν φτωχός, είχε μια αρκετά σημαντική συλλογή οργάνων, την οποία απέκτησε με μεγάλη θυσία. Τα χρήματα που κέρδιζε δεν ήταν ποτέ αρκετά να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες της μεγάλης του οικογένειας. Η Μαγκνταλένα συχνά παραπονιόταν ότι ο Χέντελ, αν και δεν ήταν τόσο μεγάλος μουσικός όσο ο άντρας της, εντούτοις κέρδιζε πολύ περισσότερα χρήματα από αυτόν. Ο Χέντελ ήταν υπερήφανος για τη συλλογή του με ζωγραφικούς πίνακες, ενώ στους τοίχους του σπιτιού του Μπαχ υπήρχαν μόνο το δικό του πορτρέτο και της γυναίκας του.