Ο Θεός έκτισε τον κόσμο ως μέσο κοινωνίας μαζί Του, μα ο άνθρωπος τον θέλησε αποκλειστικά για τον εαυτό του. Αντί να ανταποδώσει την αγάπη του Θεού με τη δική του αγάπη, ο άνθρωπος αγάπησε τον κόσμο ως αυτοσκοπό. Όμως, ο κόσμος εν εαυτώ και αφ' εαυτού δεν αποτελεί σκοπό. Όπως ακριβώς η τροφή στερείται σκοπού αν δεν μεταμορφωθεί σε ζωή, έτσι και ο κόσμος παύοντας να υπεμφαίνει το Θεό βυθίστηκε σε μια ατελεύτητη σύγχυση, σε έναν παράλογο κύκλο χρονικής διαδοχής μέσα στον οποίο καθετί διαρκώς μεταβάλλεται, ολοένα εξανεμίζεται και τελικά πεθαίνει. Ο Χριστιανισμός υπερβαίνει την εξάρτηση του ανθρώπου από τον κόσμο, με τη μετατροπή του ίδιου του κόσμου σε ζωή. Και ζωή σημαίνει μετοχή Θεού. Αν ο κόσμος παύει να μεταστοιχειώνεται σε κάτι, αν η ζωή παύει να μεταμορφώνεται σε κοινωνία με το Απόλυτο Νόημα, την Απόλυτη Ομορφιά, την Απόλυτη Καλοσύνη, τότε αυτός ο κόσμος δεν χάνει μόνο το νόημά του, αλλά μετατρέπεται σε θάνατο.