«Οι δίκες χρησιμεύουν, τόσο για να διαφωτίζουν, όσο και για να διαστρεβλώνουν την ιστορία. Στα χέρια του έμπειρου ιστορικού, τα αποδεικτικά τους στοιχεία είναι καλός σύμβουλος. Στα χέρια ενός δημαγωγού είναι επικίνδυνο όπλο». «Κατά την άποψή μου, είναι αντίθετο στην έννοια του δικαίου το να τιμωρεί κάποιος κάποιον για κάτι που ο ίδιος ακριβώς έχει πράξει» Χρησιμοποιώντας αδημοσίευτα ημερολόγια και έγγραφα των πρωταγωνιστών αυτής της ιστορίας –των δικαστών, των δικηγόρων και των ίδιων των κατηγορουμένων... ο David Irving συνέθεσε αυτή την αξιόλογη διήγηση, για τον τρόπο με τον οποίο διεξήχθη η «Δίκη του Αιώνα». Oι τευτονικοί μύθοι διηγούνται πως, μετά από μια μεγάλη μάχη με τους Μογγόλους στην πεδιάδα του Lechfeld, όπου οι στρατοί δύο διαφορετικών κόσμων συγκρούστηκαν με αποτέλεσμα τη βίαιη και αιματηρή αλληλοσφαγή τους, τα φαντάσματα των σκοτωμένων μαχητών εξακολουθούσαν να μάχονται στα σύννεφα επί τρεις ακόμη ημέρες. Το ίδιο συνέβη και στη Νυρεμβέργη από το 1945 μέχρι το 1946. Εκεί όπου οι προσόψεις των σπιτιών της μαρτυρικής πόλης, έφεραν τα φρικτά σημάδια των θανάσιμων συγκρούσεων μεταξύ της Γερμανίας και των εχθρών της, τα φαντάσματα συνέχιζαν τις συγκρούσεις για δεκαέξι επιπλέον μήνες. Αλλά ο παραλληλισμός τελειώνει εδώ. Οι στρατιές δεν ήταν ισοδύναμες. Η μία πλευρά αφοπλίστηκε και της απέμειναν λίγοι φίλοι. Ο Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν διόρισε τον Robert H. Jackson ως επικεφαλής των Αμερικανών κατηγόρων, προκειμένου να στηρίξει στη Νυρεμβέργη τις κατηγορίες εναντίον των Μεγάλων Εγκληματιών Πολέμου του Άξονα. Το καθήκον του ήταν εκ των προτέρων, σαφώς προσδιορισμένο. Ένας αριθμός Γερμανών και Ιταλών ηγετών θα χαρακτηρίζονταν ως εγκληματίες πολέμου, θα παραπέμπονταν σε δίκη και θα τιμωρούνταν ανάλογα. Την εποχή που άρχισε η δίκη, το Νοέμβριο του 1945, πολλά ιδανικά είχαν ήδη προδοθεί. Υπάρχουν ελάχιστα αδικήματα από αυτά που αναφέρονται στο κατηγορητήριο της Νυρεμβέργης για τα οποία δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ένοχη μία ή περισσότερες από τις κατηγορούσε