Στο παρόν βιβλίο επιχειρείται η συγκρότηση, μέσα από τα παραδείγματα τεσσάρων αρχαιολογικών χώρων της ελληνιστικής περιόδου (αρχαία Μεσσήνη, αρχαία Μεγαλόπολη, Πειραιάς και Ρόδος), ενός κοινού εννοιολογικού πλαισίου που επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίον το δομημένο περιβάλλον διαμορφώνει την αίσθηση του χρόνου και του χώρου αυτών που ζουν μέσα του. Αυτή η θεώρηση της σχέσης μεταξύ του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος στην πορεία του χρόνου αποτελεί το αντικείμενο της αρχαιολογίας τοπίου, η οποία εστιάζει πέρα από τα στενά όρια μιας μεμονωμένης περιοχής προκειμένου να γίνουν αντιληπτές οι περιβαλλοντικές, πολιτιστικές και πολιτικές συσχετίσεις που διαμόρφωσαν την πρόσβαση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας στους φυσικούς πόρους.
Μέσω της διδακτορικής έρευνας που παρουσιάζεται, αναδεικνύεται η κεντρική θέση του τοπιακού σχεδιασμού στην πολιτική οργάνωση των ελληνιστικών πόλεων και, υπό το πρίσμα αυτό, διερευνάται η ένταξη των πολεοδομικών συγκροτημάτων της ελληνιστικής περιόδου σε ευρύτερους τοπιακούς συσχετισμούς υπό συγκεκριμένες αρχές, τις οποίες όριζαν πολιτικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές παράμετροι.