Τον τελευταίο χρόνο έρχονται στην επιφάνεια γεγονότα χαρακτηριστικής ανομίας σε συγκεκριμένα θέματα στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Οι ειδήσεις γι’ αυτά μεταδίδονται τόσο από τα επίσημα όσο και από όλα σχεδόν τα δημοφιλή μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρουσιάζοντας και εκφράζοντας την άποψη του κάθε γράφοντος. Ταυτόχρονα έρχεται στην επικαιρότητα ολοένα και περισσότερο επιτακτικό το κρίσιμο ερώτημα αν και πόσο είμαστε διατεθειμένοι, ως κοινωνία, να αλλάξουμε κάποια πράγματα προς το καλύτερο, φυσικά! Ο τρόπος αντίδρασης πολλών κοινωνικών ομάδων, όμως, σε συγκεκριμένα ζητήματα, θα έπρεπε να είναι δημιουργικός, όπως γίνεται σε σωστές και υγιείς κοινωνίες, αλλά εις τα καθ’ ημάς κατάντησε απελπιστικά καταστροφικός. Ο φόβος των πολιτών προς την όποια εξουσία και αυθεντία, έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα και τη δημιουργία κάποιας μορφής μίσους ή έστω απλής αντιπάθειας προς αυτήν ακριβώς την εξουσία, κι’ αυτό αντικατοπτρίζεται στις αντιδράσεις μερίδας νέων μας και όχι μόνο. Η αστυνομική «βία» σε όλες τις χώρες, για παράδειγμα, θεωρείται δεδομένη σε άλλοτε άλλο βαθμό, με ακραίο παράδειγμα τα γνωστά και συχνά-πυκνά διαδραματιζόμενα στους δρόμους των πόλεων των Ηνωμένων Πολιτειών. Βεβαίως εδώ μεσολάβησε και η επτάχρονη δικτατορία κατά τη διάρκεια της οποίας ήταν λογικό να υπάρχουν συνεχόμενες αντιδράσεις εναντίον της σε διάφορο βαθμό και ένταση κάθε φορά. Η περίοδος εκείνη υπήρξε και το φυτώριο φοιτητικών κινημάτων ενάντια σε κάθε αυθεντία, όπως για παράδειγμα απέναντι σε ορισμένους καθηγητές πανεπιστημίου οι οποίοι εξαναγκάστηκαν να φύγουν από το πανεπιστήμιο με την κατηγορία ότι υπήρξαν ‘χουντικοί’ ή συνεργάστηκαν στενά με το καθεστώς εκείνο. Όπως και να έχει, όμως, σήμερα η πραγματικότητα είναι απορριπτέα από αρκετούς. Το σίγουρο είναι ότι απαιτείται κάποια μορφή τιθάσευσης των ακραίων αντιδράσεων του ατόμου σε όλες τις κοινωνίες. Όλες οι αντιδράσεις πηγάζουν, για τους κοινωνιολόγους, από τις ανισότητες κάθε μορφής. Εδώ ίσως ήταν χρήσιμο το έργο ειδικών επιστημόν